ἀπομάκτης: Difference between revisions

1
(5)
(1)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀπομάκτης]], ο (θηλ. -μάκτρια, η) (Α)<br />αυτός που απομάσσει, που καθαρίζει [[κάτι]].
|mltxt=[[ἀπομάκτης]], ο (θηλ. -μάκτρια, η) (Α)<br />αυτός που απομάσσει, που καθαρίζει [[κάτι]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀπομάκτης:''' ου ὁ очиститель, т. е. избавитель (μεγάλων συμφορῶν Soph.).
}}
}}