βαρύχορδος: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βᾰρύχορδος:''' -ον ([[χορδή]]), αυτός που έχει [[βαρύ]] τόνο στις χορδές, σε Ανθ.
|lsmtext='''βᾰρύχορδος:''' -ον ([[χορδή]]), αυτός που έχει [[βαρύ]] τόνο στις χορδές, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''βαρύχορδος:''' низко звучащий, низкий ([[φθόγγος]] Anth.).
}}
}}