βαρυβρεμέτης: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βᾰρῠβρεμέτης:''' -ου, ὁ ([[βρέμω]]), αυτός που βροντά [[δυνατά]], ηχηρά, σε Σοφ.· επίσης, βαρυ-βρομήτης ([[βρομέω]]), σε Ανθ.
|lsmtext='''βᾰρῠβρεμέτης:''' -ου, ὁ ([[βρέμω]]), αυτός που βροντά [[δυνατά]], ηχηρά, σε Σοφ.· επίσης, βαρυ-βρομήτης ([[βρομέω]]), σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''βαρυβρεμέτης:''' глухо гремящий, грохочущий, рокочущий ([[Ζεύς]] Anth.).
}}
}}