βραδύγλωσσος: Difference between revisions

1b
(7)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[βραδύγλωσσος]], -ον, Α και βραδύγλωττος, αττ. τ.)<br />αυτός που μιλάει με [[δυσκολία]].
|mltxt=-η, -ο (AM [[βραδύγλωσσος]], -ον, Α και βραδύγλωττος, αττ. τ.)<br />αυτός που μιλάει με [[δυσκολία]].
}}
{{elru
|elrutext='''βρᾰδύγλωσσος:''' медленно или с трудом говорящий, заикающийся Luc.
}}
}}