ἄφεσις: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἄφεσις:''' -εως, ἡ ([[ἀφίημι]])·<br /><b class="num">1.</b> [[άφεση]], [[απόλυση]], σε Φιλ. [[παρά]] Δημ.· [[απαλλαγή]] ή [[παραίτηση]] από [[συμβόλαιο]], στον ίδ.· [[απαλλαγή]] από στρατιωτική [[υπηρεσία]], σε Πλούτ.· [[διαζύγιο]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> [[άφεση]], [[ξεκίνημα]] (Λατ. [[missio]]), λέγεται για άλογα από το [[σημείο]] αφετηρίας, ἰσώσας [[τἀφέσει]] τὰτέρματα, έχουν κάνει το [[σημείο]] άφιξης ένα με το [[σημείο]] αφετηρίας, δηλ. έχουν επιστρέψει στο [[σημείο]] αφετηρίας, σε Σοφ.
|lsmtext='''ἄφεσις:''' -εως, ἡ ([[ἀφίημι]])·<br /><b class="num">1.</b> [[άφεση]], [[απόλυση]], σε Φιλ. [[παρά]] Δημ.· [[απαλλαγή]] ή [[παραίτηση]] από [[συμβόλαιο]], στον ίδ.· [[απαλλαγή]] από στρατιωτική [[υπηρεσία]], σε Πλούτ.· [[διαζύγιο]], στον ίδ.<br /><b class="num">2.</b> [[άφεση]], [[ξεκίνημα]] (Λατ. [[missio]]), λέγεται για άλογα από το [[σημείο]] αφετηρίας, ἰσώσας [[τἀφέσει]] τὰτέρματα, έχουν κάνει το [[σημείο]] άφιξης ένα με το [[σημείο]] αφετηρίας, δηλ. έχουν επιστρέψει στο [[σημείο]] αφετηρίας, σε Σοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἄφεσις:''' εως ἡ<b class="num">1)</b> бросание, метание (βελῶν Plut.);<br /><b class="num">2)</b> выпускание (ἵππων Diod.);<br /><b class="num">3)</b> извержение, испускание ([[ὕδατος]], σπέρματος Arst.);<br /><b class="num">4)</b> отпускание, освобождение (πλοίων Dem.; αἰχμαλώτων Polyb.; τῆς στρατείας Plut.);<br /><b class="num">5)</b> (о животных) разрешение от бремени Arst.;<br /><b class="num">6)</b> отпущение, прощение (φόνου Plat.; ὀφλημάτων Dem.);<br /><b class="num">7)</b> расторжение брака, уведомление о разводе (πέμψαι τὴν ἄφεσίν τινι Plut.);<br /><b class="num">8)</b> Arst. = [[ἀφεσμός]].
}}
}}