βραχύβιος: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''βρᾰχύβιος:''' -ον, αυτός που έχει σύντομη [[ζωή]], βραχύ βίο, σε Πλάτ.
|lsmtext='''βρᾰχύβιος:''' -ον, αυτός που έχει σύντομη [[ζωή]], βραχύ βίο, σε Πλάτ.
}}
{{elru
|elrutext='''βρᾰχύβιος:''' недолго живущий, недолговечный Plat., Arst.
}}
}}