γαυλικός: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''γαυλικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή προορίζεται για εμπορικό [[πλοίο]], σε Ξεν.
|lsmtext='''γαυλικός:''' -ή, -όν, αυτός που ανήκει ή προορίζεται για εμπορικό [[πλοίο]], σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''γαυλικός:''' v. l. [[γαυλιτικός]] 3 являющийся торговым грузом или корабельный (χρήματα Xen.).
}}
}}