γυναικόφωνος: Difference between revisions

1b
(8)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο (AM [[γυναικόφωνος]], -ον)<br />αυτός που έχει γυναικεία [[φωνή]].
|mltxt=-η, -ο (AM [[γυναικόφωνος]], -ον)<br />αυτός που έχει γυναικεία [[φωνή]].
}}
{{elru
|elrutext='''γυναικόφωνος:''' говорящий женским голосом Arph.
}}
}}