γλυκυηχής: Difference between revisions

1b
(3)
(1b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''γλῠκῠηχής:''' -ές ([[ἦχος]]), αυτός που ηχεί, ακούγεται γλυκά, σε Ανθ.
|lsmtext='''γλῠκῠηχής:''' -ές ([[ἦχος]]), αυτός που ηχεί, ακούγεται γλυκά, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''γλυκυηχής:''' сладостно поющий, певучий (Μύρτις Anth.).
}}
}}