διασαλακωνίζω: Difference between revisions

1b
(4)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''διασᾰλᾰκωνίζω:''' μέλ. <i>-σω</i>, επιτετ. [[τύπος]] αντί [[σαλακωνεύω]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''διασᾰλᾰκωνίζω:''' μέλ. <i>-σω</i>, επιτετ. [[τύπος]] αντί [[σαλακωνεύω]], σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''διασᾰλᾰκωνίζω:''' v. l. δια-[[σαικωνίζω]] идти вихляющей походкой Arph.
}}
}}