δυσμίμητος: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δυσμίμητος:''' -ον (μῑμέομαι), [[δύσκολος]] ως προς τη [[μίμηση]], σε Λουκ.
|lsmtext='''δυσμίμητος:''' -ον (μῑμέομαι), [[δύσκολος]] ως προς τη [[μίμηση]], σε Λουκ.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσμίμητος:''' (ῑ) которому трудно подражать, неподражаемый, неповторимый (ἡρωϊκή τις [[ἐπιφάνεια]] Plut.; [[φιλοτεχνία]] Diod.; σφραγῖδες Luc.).
}}
}}