δυσμή: Difference between revisions

717 bytes added ,  31 December 2018
2
(4)
(2)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''δυσμή:''' ἡ ([[δύω]]),<br /><b class="num">I.</b> = [[δύσις]], [[κυρίως]] στον πληθ., σε Σοφ. κ.λπ.· <i>ἐπὶ δυσμῇσιν</i>, στο [[σημείο]] της δύσης του, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II.</b> [[σημείο]] του ορίζοντα στο οποίο γίνεται το [[ηλιοβασίλεμα]], η [[δύση]], στον ίδ., σε Αισχύλ.
|lsmtext='''δυσμή:''' ἡ ([[δύω]]),<br /><b class="num">I.</b> = [[δύσις]], [[κυρίως]] στον πληθ., σε Σοφ. κ.λπ.· <i>ἐπὶ δυσμῇσιν</i>, στο [[σημείο]] της δύσης του, σε Ηρόδ.<br /><b class="num">II.</b> [[σημείο]] του ορίζοντα στο οποίο γίνεται το [[ηλιοβασίλεμα]], η [[δύση]], στον ίδ., σε Αισχύλ.
}}
{{elru
|elrutext='''δυσμή:''' ἡ преимущ. pl. (тж. δ. ἡλίου)<br /><b class="num">1)</b> заход, закат: πρὸ ἡλίου δυσμῶν Xen. перед заходом солнца; περὶ ἡλίου δυσμάς Lys., Arst. под вечер; ἐπὶ δυσμῇσιν Her. на закате; αἱ τοῦ βίου [[δυσμαί]] Emped. ap. Arst., Sext. закат жизни;<br /><b class="num">2)</b> запад: [[τῆλε]] πρὸς δυσμαῖς Aesch. далеко на западе; ἀπὸ ἑσπέρης τε καὶ ἡλίου δυσμέων Her. с запада; δ. ἰσημερινή или δυσμαὶ ἰσημεριναί Arst. юго-запад.
}}
}}