δυσφυής: Difference between revisions

2
(10)
(2)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[δυσφυής]], -ές (Α)<br />αυτός που αυξάνεται με [[δυσκολία]].
|mltxt=[[δυσφυής]], -ές (Α)<br />αυτός που αυξάνεται με [[δυσκολία]].
}}
{{elru
|elrutext='''δυσφυής:''' с трудом или крайне медленно растущий Arst.
}}
}}