ἐκμάσσατο: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐκμάσσατο:''' γʹ ενικ. αορ. αʹ, επινόησε ή εφηύρε, <i>τι</i>, σε Ομηρ. Ύμν.· βλ. [[μαίομαι]].
|lsmtext='''ἐκμάσσατο:''' γʹ ενικ. αορ. αʹ, επινόησε ή εφηύρε, <i>τι</i>, σε Ομηρ. Ύμν.· βλ. [[μαίομαι]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἐκμάσσατο:''' эп. 3 л. sing. aor. к *[[ἐκμαίομαι]].
}}
}}