ἔκτοσε: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 30: Line 30:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἔκτοσε:''' επίρρ., προς τα έξω· με γεν., έξω από, [[εκτός]], σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''ἔκτοσε:''' επίρρ., προς τα έξω· με γεν., έξω από, [[εκτός]], σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''ἔκτοσε:''' praep. [[cum]] gen. из ([[ἐκβαλεῖν]] ἔ. χειρός Hom.).
}}
}}