ἑλκωτικός: Difference between revisions

2
(11)
(2)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἑλκωτικός]], -ή, -όν (AM)<br /><b>1.</b> [[ελκωματικός]]<br /><b>2.</b> [[ερεθιστικός]].
|mltxt=[[ἑλκωτικός]], -ή, -όν (AM)<br /><b>1.</b> [[ελκωματικός]]<br /><b>2.</b> [[ερεθιστικός]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἑλκωτικός:''' язвительный ([[δριμύτης]] Arph.).
}}
}}