ἔνστασις: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἔνστᾰσις:''' -εως, ἡ (ἐνίσταμαι), [[αρχή]], [[σχέδιο]], [[διεξαγωγή]], σε Αισχίν.
|lsmtext='''ἔνστᾰσις:''' -εως, ἡ (ἐνίσταμαι), [[αρχή]], [[σχέδιο]], [[διεξαγωγή]], σε Αισχίν.
}}
{{elru
|elrutext='''ἔνστᾰσις:''' εως ἡ<b class="num">1)</b> установление, учреждение, устройство (τῶν ὅλων πραγμάτων ἐξ ἀρχῆς Aeschin.): ἡ [[ὅλη]] ἔ. τῆς ἀγῶνος Aeschin. весь судебный процесс в целом; ἐυθέως κατὰ [[τήν]] ἔνστασιν τοῦ πολέμου Polyb. с самого же начала войны: ἔ. βίου Diog. L. образ жизни;<br /><b class="num">2)</b> сопротивление, противодействие (αἱ ἐντάσεις τῶν τῆς συγκλήτου βουλημάτων Polyb.);<br /><b class="num">3)</b> возражение (ἔ. ἐστιν [[ἐπιχείρημα]] πρὸς τὴν θέσιν Arst.; ἐνστάσεις καὶ κοινότητας λαλεῖν Plut.);<br /><b class="num">4)</b> (врачебное) средство (ἐνστάσεις καὶ βοηθείας [[ἀπό]] τινος ἔχειν Plut.).
}}
}}