ἐπιστρεφής: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιστρεφής:''' -ές,<br /><b class="num">1.</b> αυτός που στρέφει τα μάτια του ή το [[μυαλό]] σε [[κάτι]], [[προσεκτικός]], σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> [[ακριβής]], [[αυστηρός]]· επίρρ. -[[φῶς]], Ιων. -[[φέως]], ειλικρινά, ζωηρά, δραστήρια, σε Ηρόδ., Αισχίν.
|lsmtext='''ἐπιστρεφής:''' -ές,<br /><b class="num">1.</b> αυτός που στρέφει τα μάτια του ή το [[μυαλό]] σε [[κάτι]], [[προσεκτικός]], σε Ξεν.<br /><b class="num">2.</b> [[ακριβής]], [[αυστηρός]]· επίρρ. -[[φῶς]], Ιων. -[[φέως]], ειλικρινά, ζωηρά, δραστήρια, σε Ηρόδ., Αισχίν.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιστρεφής:''' <b class="num">1)</b> напряженно-внимательный, деятельный, энергичный ([[ῥήτωρ]] Xen.; [[θεός]] Plut.);<br /><b class="num">2)</b> гибкий, переливчатый (φωνὴ ἀηδόνος Arst.).
}}
}}