ἐπιμέλημα: Difference between revisions

2
(4)
(2)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἐπιμέλημα:''' -ατος, τό, [[αντικείμενο]] ασχολίας ή φροντίδας κάποιου, [[ανησυχία]], σε Ξεν.
|lsmtext='''ἐπιμέλημα:''' -ατος, τό, [[αντικείμενο]] ασχολίας ή φροντίδας κάποιου, [[ανησυχία]], σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''ἐπιμέλημα:''' ατος τό предмет заботы, дело, занятие (ἔργα καὶ ἐπιμελήματα Xen.).
}}
}}