εὔξενος: Difference between revisions

2b
(4)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''εὔξενος:''' Ιων. εὔ-ξεινος, -ον,<br /><b class="num">I.</b> [[ευγενικός]] προς τους ξένους, [[φιλόξενος]], [[φιλικός]], <i>ἀνδρῶνας εὐξένους δόμων</i>, οι ξενώνες, σε Αισχύλ.· <i>λιμὴν εὐξεινότατος ναύταις</i>, σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> [[πόντος]] [[εὔξεινος]], ο Εύξεινος [[Πόντος]], η σημερινή Μαύρη Θάλασσα, σε Ηρόδ. κ.λπ.· αρχ. [[τύπος]] [[ἄξενος]], [[αφιλόξενος]] ([[dictus]] ab antiquis [[Axenus]] [[ille]] fuit, σε Οβίδ.).
|lsmtext='''εὔξενος:''' Ιων. εὔ-ξεινος, -ον,<br /><b class="num">I.</b> [[ευγενικός]] προς τους ξένους, [[φιλόξενος]], [[φιλικός]], <i>ἀνδρῶνας εὐξένους δόμων</i>, οι ξενώνες, σε Αισχύλ.· <i>λιμὴν εὐξεινότατος ναύταις</i>, σε Ευρ.<br /><b class="num">II.</b> [[πόντος]] [[εὔξεινος]], ο Εύξεινος [[Πόντος]], η σημερινή Μαύρη Θάλασσα, σε Ηρόδ. κ.λπ.· αρχ. [[τύπος]] [[ἄξενος]], [[αφιλόξενος]] ([[dictus]] ab antiquis [[Axenus]] [[ille]] fuit, σε Οβίδ.).
}}
{{elru
|elrutext='''εὔξενος:''' ион. [[εὔξεινος]] 2 гостеприимный ([[πέλαγος]] Pind.; ἀνδρῶνες δόμων Aesch.; λιμὴν εὐξεινότατος ναύταις Eur.): [[Πόντος]] Εὔ. (прежде Ἄξενος) Pind., Eur. etc. Понт Эвксинский (ныне Черное море).
}}
}}