3,276,318
edits
(4) |
(2b) |
||
Line 13: | Line 13: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''εὐναιετάων:''' -ουσα, -ον ([[ναιετάω]]), [[καλά]] τοποθετημένος, αυτός που βρίσκεται σε [[καλή]] [[τοποθεσία]], λέγεται για πόλεις και σπίτια, σε Όμηρ.· ομοίως επίσης, <i>εὐ-ναιόμενος</i>, <i>-η</i>, <i>-ον</i>, σε Ομήρ. Ιλ. | |lsmtext='''εὐναιετάων:''' -ουσα, -ον ([[ναιετάω]]), [[καλά]] τοποθετημένος, αυτός που βρίσκεται σε [[καλή]] [[τοποθεσία]], λέγεται για πόλεις και σπίτια, σε Όμηρ.· ομοίως επίσης, <i>εὐ-ναιόμενος</i>, <i>-η</i>, <i>-ον</i>, σε Ομήρ. Ιλ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''εὐναιετάων:''' ουσα, ον<br /><b class="num">1)</b> удобный для жилья, благоустроенный или уютный (δόμοι, μέγαρα Hom.);<br /><b class="num">2)</b> хорошо населенный, многолюдный ([[πόλις]] Hom.). | |||
}} | }} |