3,258,334
edits
(4) |
(2b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''εὐρῠάγυιᾰ:''' θηλ. επίθ., χρησιμ. μόνο σε ονομ. και αιτ., αυτή που έχει πλατείς δρόμους, επίθ. των μεγάλων [[πόλεων]], σε Όμηρ. | |lsmtext='''εὐρῠάγυιᾰ:''' θηλ. επίθ., χρησιμ. μόνο σε ονομ. και αιτ., αυτή που έχει πλατείς δρόμους, επίθ. των μεγάλων [[πόλεων]], σε Όμηρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''εὐρυάγυιᾰ:''' ας (ᾰγ) adj. f<br /><b class="num">1)</b> имеющая широкие улицы ([[πόλις]] Hom.);<br /><b class="num">2)</b> с широкими дорогами ([[χθών]] HH);<br /><b class="num">3)</b> общественный, публичный ([[δίκα]] Terpandrus ap. Plut.). | |||
}} | }} |