3,243,923
edits
(4) |
(2b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἠλῐτοεργός:''' -όν ([[ἤλιτον]], [[ἔργον]]), αυτός που αποτυγχάνει στην [[επίτευξη]] του έργου του, αυτός που δεν κατορθώνει το στόχο του, σε Ανθ. | |lsmtext='''ἠλῐτοεργός:''' -όν ([[ἤλιτον]], [[ἔργον]]), αυτός που αποτυγχάνει στην [[επίτευξη]] του έργου του, αυτός που δεν κατορθώνει το στόχο του, σε Ανθ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἠλῐτοεργός:''' потерпевший неудачу, неудачливый Anth. | |||
}} | }} |