καταβλώσκω: Difference between revisions

2b
(5)
(2b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''καταβλώσκω:''' [[κατεβαίνω]], [[κατέρχομαι]] μέσω οδού, με αιτ., σε Ομήρ. Οδ.
|lsmtext='''καταβλώσκω:''' [[κατεβαίνω]], [[κατέρχομαι]] μέσω οδού, με αιτ., σε Ομήρ. Οδ.
}}
{{elru
|elrutext='''καταβλώσκω:''' проходить (насквозь или вдоль) ([[ἄστυ]] Hom.).
}}
}}