3,273,006
edits
(5) |
(3) |
||
Line 39: | Line 39: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''κρυπτός:''' -ή, -όν, ρημ. επίθ. του [[κρύπτω]], κρυμμένος, [[κρυφός]], [[μυστικός]], σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ. κ.λπ.· κρυπτὴ [[τάφρος]], [[χαντάκι]] καλυμμένο και σκεπασμένο με μαδέρια και [[χώμα]], σε Ηρόδ.· <i>τὸ κρ. τῆς πολιτείας</i>, ο [[μυστικός]] [[χαρακτήρας]] των (Σπαρτιατικών) θεσμών, σε Θουκ. | |lsmtext='''κρυπτός:''' -ή, -όν, ρημ. επίθ. του [[κρύπτω]], κρυμμένος, [[κρυφός]], [[μυστικός]], σε Ομήρ. Ιλ., Ηρόδ. κ.λπ.· κρυπτὴ [[τάφρος]], [[χαντάκι]] καλυμμένο και σκεπασμένο με μαδέρια και [[χώμα]], σε Ηρόδ.· <i>τὸ κρ. τῆς πολιτείας</i>, ο [[μυστικός]] [[χαρακτήρας]] των (Σπαρτιατικών) θεσμών, σε Θουκ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''κρυπτός:''' <b class="num">1)</b> потайной, секретный ([[κληΐς]] Hom.; [[διῶρυξ]], [[τάφρος]] Her.; [[ψῆφος]] Arst.);<br /><b class="num">2)</b> скрытый, затаенный ([[λόγος]] Aesch.; [[πάθος]] Eur.; ἄσκοπα κρυπτά τ᾽ ἔπη Soph.). - см. тж. [[κρυπτόν]].<br /><b class="num">II</b> ὁ разведчик, соглядатай Arph. | |||
}} | }} |