λεπράω: Difference between revisions

3
(6_8)
(3)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''λεπράω''': ἔχω λέπραν ἢ [[γίνομαι]] [[λεπρός]], Ἑβδ. (Ἀριθμ. ΙΒ΄, 10)· λ. τὴν κύστιν Ἱππ. 1146G, πρβλ. Ἀφ. 1252, Littré 4. σ. 419· [[κεράμιον]] ὀξηρὸν λεπρᾷ, μυδᾷ, εὐρωτιᾷ, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 511.
|lstext='''λεπράω''': ἔχω λέπραν ἢ [[γίνομαι]] [[λεπρός]], Ἑβδ. (Ἀριθμ. ΙΒ΄, 10)· λ. τὴν κύστιν Ἱππ. 1146G, πρβλ. Ἀφ. 1252, Littré 4. σ. 419· [[κεράμιον]] ὀξηρὸν λεπρᾷ, μυδᾷ, εὐρωτιᾷ, Ἀριστοφ. Ἀποσπ. 511.
}}
{{elru
|elrutext='''λεπράω:''' досл. покрываться (заболевать) проказой, перен. покрываться белой плесенью (о винном сосуде) Arph.
}}
}}