μολιβαχθής: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μολῐβαχθής:''' -ές ([[ἄχθος]]), αυτός που είναι [[βαρύς]] [[επειδή]] φέρει μόλυβδο, αυτός που είναι επιχρισμένος ή φορτωμένος με μόλυβδο, σε Ανθ.
|lsmtext='''μολῐβαχθής:''' -ές ([[ἄχθος]]), αυτός που είναι [[βαρύς]] [[επειδή]] φέρει μόλυβδο, αυτός που είναι επιχρισμένος ή φορτωμένος με μόλυβδο, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''μολῐβαχθής:''' отягощенный или утяжеленный свинцом ([[στάθμη]] Anth.).
}}
}}