μυριόβοιος: Difference between revisions

3
(5)
(3)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''μῡριόβοιος:''' -ον ([[βοῦς]]), αυτός που έχει [[δέκα]] χιλιάδες βόδια, σε Ανθ.
|lsmtext='''μῡριόβοιος:''' -ον ([[βοῦς]]), αυτός που έχει [[δέκα]] χιλιάδες βόδια, σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''μῡριόβοιος:''' вмещающий десять тысяч или множество волов (αὔλια Anth.).
}}
}}