νυκτερευτικός: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''νυκτερευτικός:''' -ή, -όν, [[κατάλληλος]] για [[κυνήγι]] τη [[νύχτα]], σε Ξεν.
|lsmtext='''νυκτερευτικός:''' -ή, -όν, [[κατάλληλος]] για [[κυνήγι]] τη [[νύχτα]], σε Ξεν.
}}
{{elru
|elrutext='''νυκτερευτικός:''' пригодный для ночной охоты ([[κύων]] Xen.).
}}
}}