ὁμόπολις: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ὁμόπολις:''' -εως, ὁ, ἡ, αυτός που προέρχεται ή ανήκει στην [[ίδια]] πόλη, [[συμπολίτης]]· ποιητ. <i>ὁμό-πτολις</i>, σε Σοφ.
|lsmtext='''ὁμόπολις:''' -εως, ὁ, ἡ, αυτός που προέρχεται ή ανήκει στην [[ίδια]] πόλη, [[συμπολίτης]]· ποιητ. <i>ὁμό-πτολις</i>, σε Σοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ὁμόπολις:''' εως adj. принадлежащий к тому же городу (государству), согражданин, земляк Plut.
}}
}}