οὐριβάτας: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''οὐριβάτας:''' -ου, ὁ , ποιητ. και Δωρ. αντί [[ὀρειβάτης]], αυτός που περπατά, που τριγυρίζει στα βουνά, σε Ευρ.· επίσης [[ὀριβάτης]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''οὐριβάτας:''' -ου, ὁ , ποιητ. και Δωρ. αντί [[ὀρειβάτης]], αυτός που περπατά, που τριγυρίζει στα βουνά, σε Ευρ.· επίσης [[ὀριβάτης]], σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''οὐρῐβάτᾱς:''' ου (βᾰ) adj. m Eur. = [[ὀρειβάτης]].
}}
}}