3,241,406
edits
(5) |
(3b) |
||
Line 21: | Line 21: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''οὐριβάτας:''' -ου, ὁ , ποιητ. και Δωρ. αντί [[ὀρειβάτης]], αυτός που περπατά, που τριγυρίζει στα βουνά, σε Ευρ.· επίσης [[ὀριβάτης]], σε Αριστοφ. | |lsmtext='''οὐριβάτας:''' -ου, ὁ , ποιητ. και Δωρ. αντί [[ὀρειβάτης]], αυτός που περπατά, που τριγυρίζει στα βουνά, σε Ευρ.· επίσης [[ὀριβάτης]], σε Αριστοφ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''οὐρῐβάτᾱς:''' ου (βᾰ) adj. m Eur. = [[ὀρειβάτης]]. | |||
}} | }} |