πέπρωται: Difference between revisions

3b
(5)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πέπρωται:''' [[πέπρωτο]], γʹ ενικ. παρακ. και υπερσ. του *[[πόρω]]· [[πεπρωμένος]], μτχ.
|lsmtext='''πέπρωται:''' [[πέπρωτο]], γʹ ενικ. παρακ. και υπερσ. του *[[πόρω]]· [[πεπρωμένος]], μτχ.
}}
{{elru
|elrutext='''πέπρωται:''' эп. 3 л. sing. pf. к [[πορεῖν]].
}}
}}