πιλίδιον: Difference between revisions

3b
(6)
(3b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πῑλίδιον:''' τό, υποκορ. του [[πῖλος]], Λατ. [[pileolus]], σε Αριστοφ., Δημ.
|lsmtext='''πῑλίδιον:''' τό, υποκορ. του [[πῖλος]], Λατ. [[pileolus]], σε Αριστοφ., Δημ.
}}
{{elru
|elrutext='''πῑλίδιον:''' (λῐ) τό [demin. к [[πῖλος]] войлочная шляпа Arph., Plat., Dem.
}}
}}