περιτρίβω: Difference between revisions

3b
(32)
(3b)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ΜΑ<br />[[τρίβω]] [[ολόγυρα]], [[καταστρέφω]] [[κάτι]] τρίβοντάς το από όλες τις μεριές («περιτρίψας ὁ [[χρόνος]] τὸ [[ἄγαλμα]]», Φιλοστρ.)<br /><b>μσν.</b><br />[[τρίβω]] [[ελαφρά]] («τῷ δεξιῷ γόνατι περιτρίβει τὸ ἀριστερόν», <b>Ευστ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[τρίβω]] [[γύρω]] [[γύρω]] [[κάτι]] και το [[καθαρίζω]]<br /><b>2.</b> (η μτχ. παθ. παρακμ. ως ουσ.) <i>οἱ περιτετριμμένοι</i><br />τα περιτρίμματα.
|mltxt=ΜΑ<br />[[τρίβω]] [[ολόγυρα]], [[καταστρέφω]] [[κάτι]] τρίβοντάς το από όλες τις μεριές («περιτρίψας ὁ [[χρόνος]] τὸ [[ἄγαλμα]]», Φιλοστρ.)<br /><b>μσν.</b><br />[[τρίβω]] [[ελαφρά]] («τῷ δεξιῷ γόνατι περιτρίβει τὸ ἀριστερόν», <b>Ευστ.</b>)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[τρίβω]] [[γύρω]] [[γύρω]] [[κάτι]] και το [[καθαρίζω]]<br /><b>2.</b> (η μτχ. παθ. παρακμ. ως ουσ.) <i>οἱ περιτετριμμένοι</i><br />τα περιτρίμματα.
}}
{{elru
|elrutext='''περιτρίβω:''' (ῐβ) стирать кругом, изнашивать: τὰ πτερὰ περιτετριμμένα Arst. изношенные крылышки (пчел).
}}
}}