πολύβοσκος: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''πολύβοσκος:''' -ον ([[βόσκω]]), αυτός που προσφέρει άφθονη [[βοσκή]], σε Πίνδ.
|lsmtext='''πολύβοσκος:''' -ον ([[βόσκω]]), αυτός που προσφέρει άφθονη [[βοσκή]], σε Πίνδ.
}}
{{elru
|elrutext='''πολύβοσκος:''' питающий многих ([[γαῖα]] Pind.).
}}
}}