ῥικνώδης: Difference between revisions

4
(36)
(4)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ῶδες, Α [[ῥικνός]]<br />αυτός που παρουσιάζει [[ρικνότητα]], συρρικνωμένος, ζαρωμένος.
|mltxt=-ῶδες, Α [[ῥικνός]]<br />αυτός που παρουσιάζει [[ρικνότητα]], συρρικνωμένος, ζαρωμένος.
}}
{{elru
|elrutext='''ῥικνώδης:''' <b class="num">1)</b> съежившийся, сморщенный (γήραϊ Anth.);<br /><b class="num">2)</b> извивающийся в пляске ([[Διόνυσος]] Anth.).
}}
}}