σίφων: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σίφων:''' [ῑ], -ωνος, ὁ, [[σωλήνας]], [[σύριγγα]], [[σιφόνι]], που χρησιμοποιείται στην [[άντληση]] κρασιού από το [[βαρέλι]], σε Ιππών.· [[σωλήνας]], [[αγωγός]] για την [[εξοικονόμηση]] του αναγκαίου νερού για οικιακή [[χρήση]], σε Στράβ. (άγν. προέλ.).
|lsmtext='''σίφων:''' [ῑ], -ωνος, ὁ, [[σωλήνας]], [[σύριγγα]], [[σιφόνι]], που χρησιμοποιείται στην [[άντληση]] κρασιού από το [[βαρέλι]], σε Ιππών.· [[σωλήνας]], [[αγωγός]] για την [[εξοικονόμηση]] του αναγκαίου νερού για οικιακή [[χρήση]], σε Στράβ. (άγν. προέλ.).
}}
{{elru
|elrutext='''σίφων:''' ωνος (ῑ, у Eur. ῐ) ὁ<br /><b class="num">1)</b> сифон, насос: κώνωπες αἵματος σίφωνες Anth. сосущие кровь комары;<br /><b class="num">2)</b> Eur. = τὸ [[αἰδοῖον]].
}}
}}