σοφισματώδης: Difference between revisions

4
(38)
(4)
Line 18: Line 18:
{{grml
{{grml
|mltxt=-ῶδες, Α [[σόφισμα]], -<i>ίσματος</i>]<br />(για συλλογισμό) αυτός που έχει [[πολλά]] σοφίσματα, [[γεμάτος]] με σοφίσματα.
|mltxt=-ῶδες, Α [[σόφισμα]], -<i>ίσματος</i>]<br />(για συλλογισμό) αυτός που έχει [[πολλά]] σοφίσματα, [[γεμάτος]] με σοφίσματα.
}}
{{elru
|elrutext='''σοφισμᾰτώδης:''' похожий на софизм, софистический (τὰ ἐπιχειρήματα Arst.).
}}
}}