σοφιστεύω: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''σοφιστεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>·<br /><b class="num">1.</b> υποδύομαι τον σοφιστή, [[επιχειρηματολογώ]] ως [[σοφιστής]], σε Δημ.<br /><b class="num">2.</b> [[διδάσκω]], [[παραδίδω]] μαθήματα ρητορικής, λέγεται για τους Σοφιστές, σε Πλούτ.
|lsmtext='''σοφιστεύω:''' μέλ. <i>-σω</i>·<br /><b class="num">1.</b> υποδύομαι τον σοφιστή, [[επιχειρηματολογώ]] ως [[σοφιστής]], σε Δημ.<br /><b class="num">2.</b> [[διδάσκω]], [[παραδίδω]] μαθήματα ρητορικής, λέγεται για τους Σοφιστές, σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''σοφιστεύω:''' <b class="num">1)</b> быть софистом, т. е. обучать (за плату) философии и риторике Plut.;<br /><b class="num">2)</b> рассуждать как софист, прибегать к софизмам Arst., Dem.
}}
}}