συνεγκλίνω: Difference between revisions

4
(39)
(4)
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[γράφω]] ως εγκλιτικό<br /><b>2.</b> <b>μέσ.</b> <i>συνεγκλίνομαι</i><br />[[κλίνω]] ή κάμπτομαι [[προς]] μια [[κατεύθυνση]] [[μαζί]] με άλλον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐγκλίνω]] / -<i>ομαι</i> «[[αποβάλλω]] τον τόνο μου ο [[οποίος]] μεταβιβάζεται στην προηγούμενη [[λέξη]], [[κλίνω]], [[κάμπτω]]»].
|mltxt=Α<br /><b>1.</b> [[γράφω]] ως εγκλιτικό<br /><b>2.</b> <b>μέσ.</b> <i>συνεγκλίνομαι</i><br />[[κλίνω]] ή κάμπτομαι [[προς]] μια [[κατεύθυνση]] [[μαζί]] με άλλον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[ἐγκλίνω]] / -<i>ομαι</i> «[[αποβάλλω]] τον τόνο μου ο [[οποίος]] μεταβιβάζεται στην προηγούμενη [[λέξη]], [[κλίνω]], [[κάμπτω]]»].
}}
{{elru
|elrutext='''συνεγκλίνω:''' (ῑ) Diod. v. l. = [[συνεκκλίνομαι]].
}}
}}