συναπογράφομαι: Difference between revisions

4
(6)
(4)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συναπογράφομαι:''' Μέσ., [[εγγράφω]] το όνομά μου, καταγράφομαι μαζί με άλλους ως [[υποψήφιος]], σε Πλούτ.
|lsmtext='''συναπογράφομαι:''' Μέσ., [[εγγράφω]] το όνομά μου, καταγράφομαι μαζί με άλλους ως [[υποψήφιος]], σε Πλούτ.
}}
{{elru
|elrutext='''συναπογράφομαι:''' (ᾰφ)<br /><b class="num">1)</b> вместе записываться (в качестве кандидата), выставлять и свою кандидатуру Plut.:<br /><b class="num">2)</b> досл. ставить свою подпись, перен. присоединяться: συναπογράψαι τινί Sext. примкнуть к чьему-л. мнению.
}}
}}