συνναυμαχέω: Difference between revisions

4b
(6)
(4b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συνναυμᾱχέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, εμπλέκομαι σε [[ναυμαχία]] μαζί με άλλους, με δοτ., σε Ηρόδ., Αριστοφ.
|lsmtext='''συνναυμᾱχέω:''' μέλ. <i>-ήσω</i>, εμπλέκομαι σε [[ναυμαχία]] μαζί με άλλους, με δοτ., σε Ηρόδ., Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''συνναυμᾰχέω:''' вместе сражаться на море (τινι Her., Thuc., Dem.): [[ὅστις]] ἄν ξυνναυμαχῇ Arph. всякий участник морского боя.
}}
}}