3,274,919
edits
(6) |
(4b) |
||
Line 24: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''φῐλοκίνδῡνος:''' -ον, <b class="num">1.</b> αυτός που αγαπά τον κίνδυνο, [[ριψοκίνδυνος]], σε Ξεν., Δημ.· <i>πρὸς τὰ θηρία φιλοκινδυνότατος</i>, σε Ξεν.· επίρρ. <i>-νως</i>, με [[ανυπομονησία]], στον ιδ.<br /><b class="num">2.</b> με αρνητική [[σημασία]], παρακινδυνευμένος, [[απερίσκεπτος]], σε Δημ. | |lsmtext='''φῐλοκίνδῡνος:''' -ον, <b class="num">1.</b> αυτός που αγαπά τον κίνδυνο, [[ριψοκίνδυνος]], σε Ξεν., Δημ.· <i>πρὸς τὰ θηρία φιλοκινδυνότατος</i>, σε Ξεν.· επίρρ. <i>-νως</i>, με [[ανυπομονησία]], στον ιδ.<br /><b class="num">2.</b> με αρνητική [[σημασία]], παρακινδυνευμένος, [[απερίσκεπτος]], σε Δημ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''φιλοκίνδῡνος:''' любящий опасности, отчаянно смелый, дерзновенный Xen., Isocr., Dem., Plut., Anth. | |||
}} | }} |