3,277,114
edits
(6_13b) |
(nl) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''κατακῠκάω''': μέλλ. -ήσω, ἀναμιγνύω καὶ ἀνακατώνω, ἢ [[φύρω]], τὸ λευκὸν τῶν ᾠῶν ἐν ὕδατι κατακυκῶν Ἱππ. 497. 16·- μεταφ., ταράττω, κ. τὴν ναῦν ὀδυρμοῖς Εὐμάθ. 11. 7. | |lstext='''κατακῠκάω''': μέλλ. -ήσω, ἀναμιγνύω καὶ ἀνακατώνω, ἢ [[φύρω]], τὸ λευκὸν τῶν ᾠῶν ἐν ὕδατι κατακυκῶν Ἱππ. 497. 16·- μεταφ., ταράττω, κ. τὴν ναῦν ὀδυρμοῖς Εὐμάθ. 11. 7. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=κατα-κυκάω opkloppen (eiwit in water). Hp. | |||
}} | }} |