3,254,072
edits
(22) |
(nl) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κύβιτον]], τὸ (Α)<br /><b>1.</b> ο [[αγκώνας]] («[[μετά]] δέ τὸν βραχίονα, ἀγκὼν τὸ [[σύμπαν]] [[ἄρθρον]], καὶ τὸ ὀξύ, ἐφ' οὗ κλινόμενοι στηριζόμεθα<br />οἱ δὲ [[ὠλέκρανον]] καλοῡσι, Δωριεῑς δὲ οἱ ἐν Σικελίᾳ [[κύβιτον]]», Ιπποκρ.)<br /><b>2.</b> [[μονάδα]] μήκους ίση με την [[απόσταση]] από τον αγκώνα ώς την [[άκρη]] του μέσου δακτύλου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Δάνεια, λ., πιθ. από ιταλική διάλεκτο (ίσως τη σικελική) ή από <i>το</i> λατ. <i>cubitum</i><br />κατ' άλλους, η λ. προέρχεται από το [[κύβος]]. | |mltxt=[[κύβιτον]], τὸ (Α)<br /><b>1.</b> ο [[αγκώνας]] («[[μετά]] δέ τὸν βραχίονα, ἀγκὼν τὸ [[σύμπαν]] [[ἄρθρον]], καὶ τὸ ὀξύ, ἐφ' οὗ κλινόμενοι στηριζόμεθα<br />οἱ δὲ [[ὠλέκρανον]] καλοῡσι, Δωριεῑς δὲ οἱ ἐν Σικελίᾳ [[κύβιτον]]», Ιπποκρ.)<br /><b>2.</b> [[μονάδα]] μήκους ίση με την [[απόσταση]] από τον αγκώνα ώς την [[άκρη]] του μέσου δακτύλου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Δάνεια, λ., πιθ. από ιταλική διάλεκτο (ίσως τη σικελική) ή από <i>το</i> λατ. <i>cubitum</i><br />κατ' άλλους, η λ. προέρχεται από το [[κύβος]]. | ||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=κύβιτον, τό [Lat. cubitum] elleboog. | |||
}} | }} |