χαλκοάρης: Difference between revisions

1b
(6)
(1b)
 
Line 10: Line 10:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''χαλκοάρης:''' [ᾰ], -ες, γεν. <i>-εος</i>, ποιητ. [[μορφή]] του χαλκ-[[ήρης]], οπλισμένος με όπλα από χαλκό, σε Πίνδ.
|lsmtext='''χαλκοάρης:''' [ᾰ], -ες, γεν. <i>-εος</i>, ποιητ. [[μορφή]] του χαλκ-[[ήρης]], οπλισμένος με όπλα από χαλκό, σε Πίνδ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=χᾰλκο-άρης, ες poet. [[form]] of [[χαλκήρης]]<br />[[brass]]-[[armed]], Pind.
}}
}}