τανυγλώχις: Difference between revisions

1b
(6)
(1b)
Line 18: Line 18:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τᾰνυγλώχῑς:''' -ῑνος, ὁ, ἡ ([[τανύω]]), αυτός που έχει μακριές ακίδες, σε Ομήρ. Ιλ.
|lsmtext='''τᾰνυγλώχῑς:''' -ῑνος, ὁ, ἡ ([[τανύω]]), αυτός που έχει μακριές ακίδες, σε Ομήρ. Ιλ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=τᾰνυ-γλώχῑς, ῑνος, ὁ, ἡ, [[τανύω]]<br />with [[long]] [[point]], Il.
}}
}}