στόλιον: Difference between revisions

1b
(6)
(1b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''στόλιον:''' τό, υποκορ. του [[στολή]] II, ελαφρύ και πενιχρό [[ένδυμα]], σε Ανθ.
|lsmtext='''στόλιον:''' τό, υποκορ. του [[στολή]] II, ελαφρύ και πενιχρό [[ένδυμα]], σε Ανθ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[στόλιον]], ου, τό, [Dim. of [[στολή]] II]<br />a [[scanty]] [[garment]], Anth.
}}
}}