τριβελής: Difference between revisions

1b
(6)
(1b)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τρῐβελής:''' -ές ([[βέλος]]), αυτός που έχει [[τρεις]] αιχμές, σε Ανθ.
|lsmtext='''τρῐβελής:''' -ές ([[βέλος]]), αυτός που έχει [[τρεις]] αιχμές, σε Ανθ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=τρῐ-βελής, ές [[βέλος]]<br />[[three]]-[[pointed]], Anth.
}}
}}