ἀποβλητέος: Difference between revisions

1a
(3)
(1a)
Line 21: Line 21:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ἀποβλητέος:''' -α, -ον, ρημ. επίθ. του [[ἀποβάλλω]], αυτός τον οποίο πρέπει [[κάποιος]] να απορρίψει, να πετάξει, σε Πλάτ.
|lsmtext='''ἀποβλητέος:''' -α, -ον, ρημ. επίθ. του [[ἀποβάλλω]], αυτός τον οποίο πρέπει [[κάποιος]] να απορρίψει, να πετάξει, σε Πλάτ.
}}
{{mdlsj
|mdlsjtxt=verb. adj. of [[ἀποβάλλω]].]<br />to be thrown [[away]], rejected, Plat.
}}
}}